Ράλι στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας
Παρά τον εμφανώς μειούμενο ρυθμό ανάπτυξης των τιμών, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, έχοντας αυξήσει τα επίπεδα των πωλήσεών τους σε αξία κατά 4,7% και φτάνοντας, το πρώτο εξάμηνο του 2024, σε ένα μερίδιο αγοράς της τάξεως του 25% επί του συνόλου των ταχυκίνητων καταναλωτικών αγαθών. Η αγορά προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας προβάλλεται και είναι το αντίδοτο στις διαδοχικές ανατιμήσεις που δέχτηκαν τα επώνυμα προϊόντα –χωρίς βεβαίως να υπολείπονται σε ανατιμήσεις και τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας– όλο το προηγούμενο διάστημα. Ταυτόχρονα η περιορισμένη αγοραστική δύναμη οδηγεί πολλούς καταναλωτές στην απόφαση να αγοράσουν τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, τα οποία είναι σε αρκετές περιπτώσεις σημαντικά φθηνότερα από τα επώνυμα καταναλωτικά αγαθά.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι το πρώτο εξάμηνο κατέγραψαν μείωση της μέσης τιμής τους κατά 2%, με τους πωλούμενους όγκους αυτών να αυξάνονται κατά 6,7% και να κερδίζουν περισσότερο χώρο στο καλάθι του νοικοκυριού.
Την ίδια στιγμή, οι αλυσίδες σούπερ-μάρκετ βασίζουν ένα μεγάλο μέρος της εμπορικής τους πολιτικής σε προωθητικές ενέργειες και εκπτώσεις στα ράφια, με αποτέλεσμα το 68,6% των πωλούμενων αγαθών να τελούν υπό καθεστώς προώθησης.
Παρ' όλ’ αυτά θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η Ελλάδα απέχει σημαντικά από το ποσοστό των υπόλοιπων χωρών ως προς το μερίδιο αγοράς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας. Για παράδειγμα, η Γαλλία καταγράφει ποσοστό κοντά στο 34%, η Ιταλία ποσοστό 29,7%, η Ισπανία ανέρχεται στο 45,5%, η Πορτογαλία στο 44%, η Γερμανία στο 41%, η Αυστρία στο 36,3%, το Βέλγιο στο 39,8%, η Ολλανδία στο 45,2%, το Ηνωμένο Βασίλειο στο 44,1%, η Πολωνία στο 26,6%. Είναι γεγονός ότι οι Έλληνες καταναλωτές δεν είχαν αναπτύξει τα προηγούμενα χρόνια την κουλτούρα αγοράς προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, κάτι που έχει αρχίσει να αλλάζει εμφανώς τα τελευταία χρόνια.